Ο πρόωρος
τοκετός είναι ο σημαντικότερος καθοριστικός παράγοντας
για την κακή έκβαση του βρέφους, όσον αφορά την επιβίωσή του και την μετέπειτα
ποιότητα ζωής. Αν και πρόωρος τοκετός, ορίζεται αυτός που γίνεται πριν από τις 37
συμπληρωμένες εβδομάδες, η μεγαλύτερη θνησιμότητα και νοσηρότητα βιώνεται από
τα μωρά που γεννιούνται πριν τις 34
εβδομάδες.
Η π
ρόληψη και
θεραπεία του πρόωρου τοκετού είναι σημαντική, όχι ως αυτοσκοπός, αλλά ως μέσο για τη μείωση
των ανεπιθύμητων καταστάσεων για το νεογνό.
Για την αποφυγή πρόωρου τοκετού χρησιμοποιούνται φάρμακα που
ονομάζονται τοκολυτικά (δηλ. προκαλούν λύση - σταμάτημα του τοκετού)
και
μεγάλη ποικιλία από παράγοντες έχουν βοηθήσει στην καταστολή των συστολών της μήτρας.
Στην καθημερινή χρήση περιλαμβάνονται βήτα-αγωνιστές,
αποκλειστές διαύλων ασβεστίου, αναστολείς της συνθετάσης των προσταγλανδινών, δότες μονοξειδίου του
αζώτου και ανταγωνιστές των υποδοχέων της ωκυτοκίνης.
Η υδροχλωρική ritodrine , ενας βήτα-αγωνιστής, παραμένει
το πιο ευρέως
χρησιμοποιούμενο.
Το θειικό μαγνήσιο είναι δημοφιλές για τοκόλυση στις ΗΠΑ και ορισμένες άλλες περιοχές του κόσμου,
αλλά σπάνια χρησιμοποιείται.
Η τοκόλυση χρησιμοποιείται επίσης για τη διαχείριση των τοκετών με εμβρυϊκή δυσχέρεια, μειωμένη εμβρυϊκή ανάπτυξη και για να διευκολυνθεί
η κεφαλική προβολή του
εμβρύου στο
μέλλον.
Για πολλές γυναίκες, επί πρόωρου τοκετού, μπορεί
να μην είναι σκόπιμο να εξεταστεί η προσπάθεια τοκόλυσης, όπως για παράδειγμα όταν η κύηση
μπορεί να είναι πολύ προχωρημένη , ή στην παράταση της
εγκυμοσύνης, ενώ μπορεί να είναι
επικίνδυνη λόγω ενδομήτριας λοίμωξης ή αποκόλλησης του
πλακούντα.